Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Γρουκ,φρρρρρ,κλικ,φλτς,πλικ,τάτά τάρααάάά τάτά τάραάάά

Κλικ κλικ τα πλήκτρα του λάπτοπ.

Φρρρρρ.. Ένα ανεπαίσθητο βουίσμα στο βάθος από εκείνο το πράγμα που έχω πάρει για να ψύχει το λαπτοπ, το οποίο αυτήν την στιγμή δεν θυμάμαι καθόλου μα καθόλου πως λέγεται.

Ραδιόφωνο να παίζει μια τυχαία playlist κυρίως σε rock ακούσματα, www.noizground.com . Είναι αυτό που λένε ότι αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει μάλλον.

Φλτς φλτς ..Νερό να τρέχει στους σωλήνες του πάνω διαμερίμασματος. Κάποιος θα κάνει ντουζ μάλλον. Έχουν μείνει λίγοι στην εστία που μένω.

Πλικ πλικ κάνει αυτό το χαζό ψιλόβροχο που χτυπάει στο τζάμι. Τελείως αναποφάσιστο είναι πάντως. Βροχή κανονική δεν θέλει να γίνει. Απλή συννεφιά δεν του αρκεί και έτσι απλά μας βασανίζει μην έχοντας αποφασίσει τι ακριβώς είναι. Σου χαμογελάει αυτάρεσκα και σου λέει «Για να σε δω..τι θα κάνεις…θα ανοίξεις την ομπρέλα ή όχι?»

Γρουκ γρουκ τα δάχτυλα μου την ώρα που ξύνουν την μεταλλική mesh επιφάνεια του πράγματος που κάνει φρρρρρ και ψύχει το πράγμα που κάνει κλικ κλικ, ενώ ταυτόχρονα ο χρήστης του ακούει φλτς φλτς το νερό,πλικ πλικ το ψιλόβροψο και κάτι reggaeοειδές στο ράδιο λοιπόν.

Ωραίο soundtrack για σκέψεις. Και φιλοσοφικές και επιστημονικές. Μου ήρθε φλασιά λίγο πριν σχετικά με την δουλειά μου. Πολύ χαίρομαι που δουλεύω κάπου που στιγμές σαν αυτήν είναι δημιουργικές και με αναπάντεχα αποτελέσματα. Πάμε λοιπόν μια ακόμα..

Γρουκ,φρρρρρ,κλικ,φλτς,πλικ,τάτά τάρααάάά τάτά τάραάάά. Ναι ρε συ σοβαρά..έτσι ακούγεται..

Θα το ηχογραφήσω να το έχω να με εμπνέει:)

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Ένα καλοκαίρι που σαν φθινόπωρο μυρίζει

-Ξύπνα
-Πωπω..τι θες τώρα πάλι?Άσε με να κοιμηθώ λίγο ακόμα.
Γυρνάω πλευρά, βάζω το μαξιλάρι μου πάνω από το κεφάλι μου και απομονώνομαι σε αυτό το κουκούλι που φτιάχνω με το πάπλωμα μου. Έχει κρύο σήμερα και πάντα λάτρευα την ζέστη που δημιουργώ μόνος μου. Είναι ζεστά και νιώθω αγαλίαση, κάτι να με σκεπάζει ολόκληρο, σπιθαμή προς σπιθαμή, να μην αφήνει το κρύο να εισέλθει.
-Ξύπνα..είναι ώρα να φεύγουμε
-Κιόλας?
Πότε δεν μου έφυγε αυτή η συνήθεια από μικρό παιδί.
-Ναι κιόλας
-Καλά καλά…

Σηκώνομαι. Το πρόσωπο μου έχει χαραχτεί με απαλές γραμμές από την πίεση του μαξιλαριού. Πηγαίνω στο μπάνιο και μου ρίχνω λίγο κρύο νερό. Αξύριστος με τα μαλλιά μου να είναι κλασσικά μπουρδουκλωμένα. Κάτι ανάμεσα σε σπαστά και κατσαρά. Κάποιοι φίλοι τα λένε άφρο, άλλοι ότι είμαι σαν μπαμπουίνος. Τα τραβάω πίσω και βάζω μια στέκα να τα κρατήσω σε κάπως πιο ανθρώπινα επίπεδα. Νιώθω περίεργα σήμερα. Κάπως σαν να είμαι εκτός. Σαν το κορμί μου να μην είναι δικό μου. Κάποια γνώριμα σημάδια έχει αλλά νιώθει κάπως ξένο. Σαν να έχεις βάλει ένα μικρό ανθρωπάκι μέσα στο σώμα ενός γίγαντα. Αγνοώ επιδεικτικά και κατευθύνομαι στον κουζίνα να βάλω κάτι στο στόμα μου.
-Άντε, τελείωνε
-Να σου πω...ξέρεις πολύ καλά πως αν δεν φάω κάτι δεν πάω πουθενά.
Κατεβάζω ένα ποτήρι γάλα και τρώω λαίμαργα μια μπάρα δημητριακών. Πάλι δεν πήγα να ψωνίσω και το σπίτι έχει μείνει άδειο. Επιμένω και κάνω την ίδια χαζομάρα ξανά και ξανά..Που θα πάει..θα μάθω κάποτε.
-Πόδια η μηχανή?
-Κάνεις όμως κάτι ερωτήσεις..και τα δύο. Μηχανή μέχρι ένα σημείο και στο τέλος πόδια. Εκεί ψηλά και χαμηλά θα το καταλάβεις.
Ιεροτελεστία. Κοντομάνικο,τζιν,μπλούζα,μπότες,μπουφάν,φουλάρι στον λαιμό. Κατεβαίνω τα σκαλιά, κουμπώνω το μπουφάν μέχρι πάνω και σκύβω να λύσω την κλειδαριά της μηχανής. Πατάω την μίζα και φοράω το κράνος. Το κουμπώνω και βάζω αργά τα γάντια μου.Πρώτα το αριστερό με τα δάχτυλα να ανοίγουν και να κλείνουν για να εφαρμόσουν καλύτερα στο εσωτερικό του γαντιού.
-Φύγαμε?
-Φύγαμε.
Στροφές ο δρόμος πολλές, όμορφες. Αλλάζω κατευθύνσεις, αλλάζω αέρα, αλλάζω βλέμμα, αλλάζω ύψος. Νιώθω ένα τσίμπημα στον ώμο μου.
-Φτάσαμε.

Πατάω αργά αργά εκτός δρόμου και ακούω αυτόν τον γνώριμο θόρυβο από ρόδες να κυλάνε πάνω σε πέτρες και ξερό χώμα. Σταματάμε. Και είχες δίκιο..είναι εκεί κάτω.. Χαμηλά αλλά ταυτόχρονα ψηλά. Αρχίζει να κάνει ζέστη. Βγάζω το κράνος, βγάζω και το μπουφάν και τα αφήνω πάνω στην σέλα. Ώρα να ξεκινήσουμε.

Ένα λιβάδι διασχίζουμε. Ένα λιβάδι που κατεβαίνει συνέχεια. Νομίζω έχει λουλούδια αν και γνωρίζω πως δεν μπορεί να έχει λουλούδια εδώ. Χρουτς χρατς κάνουν οι μπότες μου πάνω στο χώμα. Εσύ πάλι αθόρυβος. Εκεί αλλά σαν μην είσαι εκεί.
-Πως το κάνεις αυτό?
-Δεν ξέρεις?
-Θα σε ρωτούσα νομίζεις αν ήξερα?
-Κάνε λίγο υπομονή.
Χαμογελάς. Αυτό το πανέμορφο, αληθινό, διαπεραστικό, αγνό χαμόγελο που αφοπλίζει.
Μυρίζουν τα αρμυρίκια και ρίχνουν μια όμορφη και δροσερή σκιά γύρω μας. Βλέπω ότι έχουμε ελάχιστα ακόμα. Είναι εκείνα τα πλατιά σκαλιά και μετά φτάσαμε. Κάποτε τα είχα ανέβει ξυπόλητος και δεν αντέχα, τώρα είμαι πιο σωστά προετοιμασμένος. Φτάσαμε. Δροσερές λευκές πέτρες στοιχίζουν το κτήριο που είμαστε. Πουτάνα φυσική, λέω από μέσα μου, παντού είσαι. Δεν στο λέω δυνατά γιατί ξέρω τι θα ακούσω πάλι.
-Φτάσαμε λοιπόν.
-Όντως
-Τι βλέπεις?
-Θάλασσα. Κολυμπάω με μια μάσκα και μαζεύω πέτρες, φέυγω πίσω από τα βράχια. Θυμάμαι όταν μάθαινα να κολυμπάω πως έτρεμα όταν με ακουμπούσες. Κρύο ήταν? Αγριεύομαι που βλέπω μπλέ χωρίς πάτο και γυρίσω πίσω. Ασφάλεια. Ψεύτικη αλλά μου αρκεί. Στην τελική δεν έχω τις αντοχές να πάω τόσο βαθιά.Ανέβασμα από τα βράχια στην προβλήτα. Ξάπλωμα στην καυτή πέτρα. Βουτιά..Και πάλι από την αρχή
-Τι φοβάσαι?
-Την απουσία της φωνής, του ήχου. Θα ξυπνήσω μια μέρα και δεν θα θυμάμαι την χροιά της φωνής. Την έντασή της.
-Ίσως κάποτε την ξεχάσεις. Δεν θα ξεχάσεις ποτέ όμως ότι την άκουγες. Και απευθυνόταν σε εσένα, ήταν και δικιά σου. Σε διαμόρφωνε, σε γέμιζε, σε συμβούλευε, σε μάλωνε.
-Αρκεί?
-Εσύ θα μου πεις.
Χαμογελάς πάλι. Ένα καλοκαίρι που σαν φθινόπωρο μυρίζει.

Ανοίγω μάτια. Γραμμές στο στήθος μου από το μαξιλάρι. Γδέρνω απαλά τα χέρια μου στο κοντοκουρεμένο κεφάλι μου. Κοιτάω τα σημάδια μου.

Αρκεί.
Χαμογελάω.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

Ρε συ..ιδρώνουν?

Σήμερα απλά θα γράψω. Θα γράψω χωρίς σκοπό, χωρίς κατευθύνση, χωρίς αιτία. Θα ακούσω τον θόρυβο του πληκτρολογίου μου,παρέα πάντα με ήχους από ένα πιάνο σε ένα τραγούδι που κυριολεκτικά με έχει στοιχειώσει σήμερα.

Θα γράψω για την ημέρα μου, για το απόγευμά μου και ,το μέχρι τώρα, βράδυ μου. Ίσως γράψω για το τι έκανα, που πήγα, τι έφαγα, τι είδα και τα σκέφτηκα. Ίσως να μην κάνω τίποτα απ’όλα αυτά. Είχε ζέστη χθες, σήμερα πάλι όχι. Περίεργος καιρός. Αυτό που χαρακτηρίζω ως ζεστόκρυο.

Ας ξεκινήσω να λέω για το σήμερα αρχίζοντας από το χθες.Είδα μια ταινία που λες χθες, την Στρέλλα και συνειδητοποίησα ότι οι σύγχρονοι έλληνες κινηματογραφιστές για κάποιον λόγο προσπαθούν επιτηδευμένα να «σοκάρουν» την πουριτανή (μην ξεράσω) μας κοινωνία. Δύο ελληνικές ταινίες για τις οποίες έγινε μεγάλος ντόρος τελευταία, η προαναφερθείσα και ο κυνόδοντας, έχουν κάποια κοινά. Είναι αργές, είναι βαθυστόχαστες και δείχνουν και πούτσους (ω ναι το είπα, ντροπή και αίσχος μου,πιπέρι,κλπ κλπ) απλά για να τους δείξουν. Μην με ρωτάς γιατί δεν είπα μια πιο σωστή λέξη όπως πέη, έτσι μου ήρθε. Δεν εξυπηρετούν κάποιο σκοπό, δεν βοηθάνε την πλοκή, δεν είναι μέρος μιας αισθητικής φωτογράφισης, απλά είναι εκεί. Τους δείχνουν με ακριβώς την ίδια λογική που μας έχει φλομώσει το σινεμά στα βυζιά και στους κώλους. Απλά για να τραβήξουν κόσμο. Γιατί όμως ρε γαμώτο μου δίνεται η εντύπωση πως στις συγκεκριμένες περιπτώσεις γίνονται με την λογική του «Ελάτε τώρα να σας δείξω πόσο θα σας σοκάρω»..Πολύ επιτηδευμένο ρε γαμώτο. Η μαλακία είναι ότι και οι δύο ταινίες έχουν αρκέτες καλές σκηνές, συμπαθητικούς ηθοποιούς αλλά χάνουν πάρα πολλούς πόντους γιατί παραπροσπαθούν να το παίξουν ιδιαίτερες.

Παπάρια Γιώργο, δεν καταλαβαίνεις, δεν έχεις την κατάλληλη κουλτούρα, θα γυρίσεις και θα μου πεις..Μπορεί ρε συ..τι να σου πω..στην τελική την άποψη μου λέω. Μετά την Στρέλλα είδα μια σειρά sci-fi και πριν κοιμηθώ διάβασα για ζόμπια (το τρίτο σχετικό βιβλίο στην σειρά) οπότε δύσκολα χαρακτηρίζομαι ως άνθρωπος (μόνο) βαθιού πνεύματος. Α και να σου πω..μην ψάχνεις συνέχεια στην «κριτική» της ταινίας..Δεν έχει.

Έτσι λοιπόν το χθες έγινε σήμερα. Σήμερα όπου χαζεύοντας σε ένα site με συνταγές για να πάρω μια γνώμη για κάτι που ήθελα να φτιάξω άκουσα ίσως την πιο φανταστική φράση που έχω ακούσει ποτέ. Ιδρωμένα κρεμμύδια.. Ναι λοιπόν…ιδρωμένα κρεμμύδια. Και ξέρεις ε? Όντας οπτικός τύπος από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, δεν είδα μερικά κρεμμυδάκια σε ένα τηγάνι να σιγοβραζοτηγανίζονται. Αλλά είδα μερικά ανθρωπόμορφα κρεμμύδια φορώντας σορτσάκια και λευκή τενιστική κορδέλα στα μαλλιά αλλά Boris Becker να τρέχουν πάνω σε έναν διάδρομο και να έχουν γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα. Αυτή η εικόνα μου έχει καρφωθεί τόσο πολύ, που είμαι σίγουρος πως κάποια κύτταρα στον εγκέφαλο μου αυτήν την στιγμή απεργούν και έχουν κολλήσει freeze frame αυτήν την σκηνή πάνω στους νευρώνες μου.

Αυτή ήταν η μέρα μου. Οτιδήποτε άλλο συνέβησε ωχριά πραγματικά μπροστά στο μεγαλείο της φράσης. Δεν θέλω να σκεφτώ τίποτα μα τίποτα άλλο σε φόβο μην χαλάσω την εικόνα. Μπορεί να νομίζεις ότι αστειεύομαι αλλά δεν.Μα ιδρωμένα κρεμμύδια? Και κάτσε τώρα εσύ να βρεις κάποια σύνδεση ανάμεσα στην Στρέλλα, τους Sirenia που ακούω από το πρωί και τα κακόμοιρα τα ιδρωμένα κρεμμυδάκια. Αποτυχία πλήρης. Χαιρετώ σε.

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Σήμερα..?νομίζω...

Aur Onnad Meren nin gil...aur Onnad Meren..No ce ammaer ab lû thent.No in elenath hîlar nan hâd gîn.

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Αστέρια

Pain of salvation – Second Love στο βάθος.
- Αγάπη..τι είναι αυτό? Μια κοινωνική σύμβαση? Ένα trend? Ένα εξιδανικευμένο ψέμα για παιδάκια? Ένας εξευγενισμένος τρόπος να κάνεις εμπόριο σάρκας και να ντύνεις με όμορφα λόγια αυτό που λες φιλία?
-Πότε κοίταξες τελευταία φορά τα αστέρια? Απλά να τα κοιτάς, χωρίς να σκέφτεσαι κάτι για αυτά η να θες να πεις κάτι.
-Δεν το κάνω πια..όταν δε, κάνω την απόπειρα δεν βλέπω τίποτα,πνιγμένα από τα φώτα μιας πόλης
-Εκεί είναι ρε. Μπορεί και να είναι πνιγμένα δεν ξέρω..αλλά είναι εκεί. Εγώ πως τα βλέπω?
-Τα ψάχνεις ίσως?
-Ε και? Κακό είναι τα ψάχνω?
-Που είναι το μαγικό στο να τα ψάχνεις? Που είναι αυτό το μυστηριακό που σε κάνει να τα μορφοποιείς σε έκφραση γαλήνης,αγάπης,ξεγνοιασιάς?
-Δεν είναι μόνο αυτό και το ξέρεις.
-Αν το ήξερα νομίζεις δεν θα τα έβλεπα και εγώ?
-Από πότε χρειάζεται να ξέρεις για να θες κάτι?
-…δεν ξέρω
-Ε τότε σκάσε και θέλε:)