Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Εδώ στον ναό


Κατέβασε την ζελατίνα του κράνους με ένα ελαφρό κλικ. Κλειστά μάτια, βαθιά ανάσα και ξεκίνησε. Σήμερα θα πήγαιναν παρέα σε ένα αγαπημένο του μέρος. Ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Σαγηνευτικό μέρος, μυστηριακό, πανέμορφο, ειδικά τις βραδιές του καλοκαιριού σαν αυτήν. Κάτι έχει ο φωτισμός εκεί ψηλά στον βράχο που τον ταξιδεύει. Από αυτό το βράδυ και μετά θα έπαυε να είναι δικό του το μέρος και θα γινόταν δικό τους. Τους…τι όμορφη λέξη..πόσο ωραία ηχεί.

Έφτασε κάτω από το σπίτι της και μετά την καθιερωμένη κλήση την περίμενε να κατέβει. Αθλητικό μαύρο παπούτσι, ανοιχτό μωβ παντελόνι με τσέπες, ζακέτα μαύρη και τα μαλλιά της πιασμένα σε γαλλική κοτσίδα. Τα έξυπνα της μάτια, μεγάλα και εκφραστικά, τονίζουν τις ασυνήθιστες γωνίες του προσώπου της. Ξωτικά δεν υπάρχουν, έτσι νόμιζε τουλάχιστον, αλλά αν υπήρχαν, τα δικά της χαρακτηριστικά θα είχαν. Από την πρώτη φορά της άρεσε να φοράει το δικό του κράνος, και έτσι αυτός κατέληγε να φοράει το δεύτερο, αυτό που προόριζε αρχικά για δικό της. Να πούμε και μια αλήθεια? Του άρεσε αυτό πολύ, γιατί μετά, αφού την άφηνε συνήθως στο σπίτι, το κράνος του είχε ποτίσει την γλυκιά μυρωδιά της. Δεν ήταν μια χαζομυρωδιά κολώνιας. Ήταν το άρωμα που ανέβλυζε το ίδιο της το δέρμα, γλυκό, γήινο, σχεδόν μωρουδιακό.

-Που θα πάμε σήμερα?
-Μια βόλτα θα σε πάω, σε ένα μέρος που λατρεύω και πιστεύω θα σου αρέσει

Δεν χρειαζόταν ποτέ να πει τίποτα παραπάνω. Τον εμπιστευόταν σε κάθε του κίνηση, σχεδόν του αφηνόταν, σαν κοριτσάκι χαμένο στα όνειρα της μαζί του. Ξεκίνησαν λοιπόν προς Σούνιο. Είναι τόσο όμορφη η Αττική το βράδυ. Τα βουνά της Κερατέας, οι στροφές να φιδογυρίζουν πριν από το Λαύριο, οι εναλλαγές της φύσης από βουνό σε πεδιάδα και μετά σε θάλασσα. Μυρωδιές παντού από θάμνους και λουλούδια και μια γλυκιά υγρασία να νοτίζει τον αέρα. Καλοκαίρι μεν, τέλος του δε. Σχεδόν φθινόπωρο.

Ο ναός ξεπροβάλει από απόσταση. Ψηλός εκεί στον βράχο να δεσπόζει πάνω από οτιδήποτε άλλο. Αν μη τι άλλο οι αρχαίοι Έλληνες είχαν σίγουρα φοβερό γούστο για το που να βάλουν τους ναούς τους. Τέτοιες εξυπνάδες τις πετάει συνέχεια και αυτή χαμογελάει.

-Μιλάς πολύ το ξέρεις? Μιλάς συνέχεια
-Το ξέρω αλλά δεν νομίζω ότι μπορώ να κάνω αλλιώς. Πες μου όμως..σου αρέσει εδώ?

Χαζή ερώτηση της έκανε..Φαίνεται στο βλέμμα της πόσο της αρέσει. Σπινθήρες βγάζει, γεμίζει φως. Την παρατηρεί ότι έχει στυλώσει την ματιά της πάνω στις κολώνες του

-Πες μου..πες μου τι σκέφτεσαι
-Μου λέω ότι θα είμαι εδώ..Με ακούς? Θα είμαι εδώ.

Αγκαλιά. Τοποθετεί τα χέρια του πάνω της ώστε τα σώματα τους να είναι σχεδόν πλαγιαστά. Αυτή βάζει τα χέρια της κάτω από τους ώμους του και τα σηκώνει προς τα πάνω. Σχεδόν κλειδωμένοι. Τα μαλλιά της μυρίζουν υπέροχα. Ανταλάσσουν ένα φιλί, ζεστό και γεμάτο από αγάπη. Τα λόγια της ηχούν στα αυτιά του. Θα είναι εκεί του είπε..Θα είναι εκεί

Μια μηχανική φωνή ακούγεται σίγα σιγά στο βάθος

Τέλος προσομοίωσης «Σούνιο, ναός Ποσειδώνα»

Βγάζει το κράνος, και αποσυνδέει αργά τα καλώδια από τους κροτάφους του. Νιώθει κουρασμένος πολύ πιά. Τα πόδια του εδώ και καιρό τον έχουν εγκαταλείψει και μετακινείται με αναπηρικό αμαξίδιο τελευταίας τεχνολογίας που του δίνει έναν σημαντικό βαθμό ελευθερίας που με παλαιότερα μοντέλα δεν θα ήταν δυνατός. Κοιτάει την προβολή του ημερολογίου στον τοίχο του. Πόσα χρόνια πάνε άραγε? Με έναν σύντομο υπολογισμό είναι σχεδόν 60. Είναι η τελευταία του προσομοίωση. Η αγαπημένη του. Αυτή που κάθε Σεπτέμβριο, την ξαναζούσε.

Πηγαίνει στο σαλόνι του, εκεί που έχει το κασελάκι. Ένα μαύρο δαχτυλίδι, μια τούφα από μαλλιά, ένα εισιτήριο από σινεμά, μια απόδειξη από ένα καφέ, λευκή πιά χωρίς να μπορεί να διακρίνει τίποτα. Μια φωτογραφία της. Μια φωτογραφία της με κάτι που του είχε γράψει από πίσω. Μια φωτογραφία που έχει χάσει το χρώμα της, ξεθωριασμένη και φαγωμένη. Ότι πιο πολύτιμο έχει από αυτήν. Την πιάνει στα ροζιασμένα χέρια του και αφηρημένα την χαιδεύει. Ένα τελευταίο φιλί λοιπόν.

Έναρξη αποσύνδεσης.

Ένα, ένα τα μηχανήματα που τον κρατάνε στην ζωή αρχίζουν να σβήνουν. Επιτέλους θα ξεκουραστεί. Κοιτάει πάλι την φωτογραφία με τα θολά του μάτια. Δεν μπορεί πια να δακρύσει, να νιώσει το εξαγνιστικό αυτό υγρό να κυλάει στα μάγουλα του. Ένα βούρκωμα μόνο που δεν μπορεί να μετουσιωθεί σε κάτι πιο έντονο.

-Πότε δεν άξιζα να έχω το δικαίωμα να σε αγαπάω. Θα είσαι εδώ. Εδώ στον ναό.

Τέλος διαδικασίας

Εκεί στον ναό.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δεν μπορώ παρά να ταυτιστώ απόλυτα με το ποστ σου, σαν κάποιος να πέζει στο fast forward τις αναμνήσεις μου και έχουν αυτό το θόρυβό και την παραμόρφωση που σχεδόν τις κάνει να χάνονται...

Ανώνυμος είπε...

https://www.youtube.com/watch?v=Th-SbwxjgzA